Η διάγνωση της άτυπης επιθηλιακής υπερπλασίας γίνεται ιστολογικά (μέσω ανώδυνης βιοψίας – core biopsy).
Μετά την ιστολογική διάγνωση με core biopsy απαιτείται ευρύτερη χειρουργική εκτομή της περιοχής της βλάβης, με σκοπό τον αποκλεισμό συνυπάρχουσας κακοήθειας και τον αποκλεισμό του κινδύνου ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου στο μέλλον. Για τον εντοπισμό της βλάβης στο χειρουργείο και την πλήρη εξαίρεσή της πραγματοποιείται προεγχειρητικό μαρκάρισμά της υπερηχογραφικά ή μαστογραφικά με hook και ενδοεγχειρητικά πραγματοποιείται υπέρηχο ή μαστογραφία του χειρουργικού παρασκευάσματος προς επιβεβαίωση αφαίρεσης του ευρήματος επι υγιούς.
Αν παρουσιαστεί αύξηση στον αριθμό των κυττάρων που περιέχονται στα λόβια, με ταυτόχρονη αλλαγή στην εμφάνιση και τη συμπεριφορά τους, τότε μιλάμε για εμφάνιση Λοβιακής Νεοπλασίας, που περιλαμβάνει την Άτυπη Λοβιακή Υπερπλασία (ALH) και το Λοβιακό καρκίνωμα in situ (LCIS). In situ σημαίνει ότι οι αλλαγές συμβαίνουν μόνο στα λόβια του μαστού, δεν διαπερνούν τη βασική μεμβράνη και δεν επηρεάζουν τον περιβάλλοντα ιστό.
Τόσο η Άτυπη Λοβιακή Υπερπλασία (Atypical Lobular Hyperplasia – ALH) όσο και το Λοβιακό Καρκίνωμα in situ (Lobular Carcinoma In Situ – LCIS) είναι καταστάσεις όπου τα κύτταρα που καλύπτουν τα λόβια του μαστού έχουν διαφορετική εμφάνιση και πολλαπλασιάζονται διαφορετικά από τα υπόλοιπα φυσιολογικά κύτταρα.
Η εμφάνιση της ALH και του LCIS κάτω από το μικροσκόπιο είναι πολύ παρόμοια και η διάγνωση εξαρτάται από τον βαθμό της αλλαγής που τα κύτταρα έχουν υποστεί και από το πόσο εκτεταμένη είναι η περιοχή των ανώμαλων κυττάρων που βρίσκονται στα λοβία. Το LCIS περιλαμβάνει συνήθως μια πιο εκτεταμένη περιοχή. Ωστόσο, είναι μερικές φορές δύσκολο ακόμη και για έμπειρους παθολογοανατόμους να διαχωρίσουν τις δυο καταστάσεις και σε αυτή την περίπτωση αναφέρονται ως Λοβιακή Νεοπλασία.
Η λοβιακή νεοπλασία εμφανίζεται κατά κύριο λόγο ως μη ψηλαφητή μαστογραφική αλλοίωση και σπανιότερα ως ψηλαφητή μάζα. Και οι δύο περιπτώσεις λοβιακής νεοπλασίας ALH και LCIS δεν θεωρούνται μορφές καρκίνου, αλλά παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου που μπορεί να είναι είτε λοβιακός είτε πορογενής, γι αυτό και θεωρούνται προκαρκινικές αλλοιώσεις του μαστού. Στις περιπτώσεις αυτές ο δια βίου κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μπορεί να αυξάνεται έως και 20%.
Διαγιγνώσκονται συνήθως πριν την εμμηνόπαυση σε ηλικία 40 – 50 ετών. Λιγότερο από 10% των ασθενών με Λοβιακή Νεοπλασία είναι μετεμμηνοπαυσιακές. Επίσης είναι εξαιρετικά σπάνια στους άνδρες.
Μελλοντικός κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού
Η Λοβιακή νεοπλασία έχει αποδειχθεί πως αποτελεί δείκτη αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και στους δύο μαστούς και όχι μόνο στον μαστό που βρίσκεται η λοβιακή νεοπλασία. Ωστόσο, υπάρχουν νεότερα δεδομένα που δείχνουν ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος στην περιοχή του μαστού στην οποία διαπιστώθηκε η λοβιακή νεοπλασία, και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι πρόδρομος διηθητικού καρκίνου του μαστού. Η έκταση του κινδύνου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων:
• Η ηλικία που διαγιγνώσκεται η λοβιακή νεοπλασία
• Η έκταση της λοβιακής νεοπλασίας (ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος με LCIS από ότι με ALH)
• Το σημαντικό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού.
Διάγνωση της Λοβιακής Νεοπλασίας
Η Λοβιακή νεοπλασία είναι δύσκολο να εντοπιστεί και αυτό διότι δεν προκαλεί συμπτώματα. Συνήθως διαγιγνώσκεται τυχαία, είτε ως αποτιτανώσεις (μικρές κηλίδες αλάτων ασβεστίου) στη μαστογραφία, ως υπερηχογραφικό εύρημα ή όταν γίνει βιοψία του μαστού για κάποιο άλλο λόγο.
Θεραπεία και παρακολούθηση
Δεν υπάρχει συνιστώμενη τυπική θεραπεία για τη Λοβιακή Νεοπλασία και γι αυτό είναι σημαντικό οι ασθενείς να συζητούν τις θεραπευτικές επιλογές τους με τον θεράποντα χειρουργό μαστού εξατομικευμένα με βάση την ιδιαίτερη κατάστασή τους.
Εάν η διάγνωση έχει γίνει με μια βιοψία πυρήνα (core biopsy), ο γιατρός σας μπορεί να συστήσει μια μικρή επέμβαση αφαίρεσης της περιοχής της λοβιακής νεοπλασίας επί υγιούς. Συνιστάται η απλή χειρουργική εξαίρεση, χωρίς λεμφαδενικό καθαρισμό. Αυτό γίνεται για να επιβεβαιωθεί ότι δεν υπάρχουν υπολειπόμενα καρκινικά κύτταρα στην περιοχή, αλλά και για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο διηθητικής βλάβης στο μέλλον.
Διακρίνονται 4 τύποι LCIS:
- o κλασικός τύπος
- Ο πολύμορφος τύπος
- Ο τύπος με κύτταρα μορφής σφραγιστήρα δακτυλίου
- Ο νεκρωτικός τύπος
Ανάλογα με τον τύπο LCIS συνιστάται η ακόλουθη θεραπεία: για τον κλασικό τύπο εφ’ όρου ζωής παρακολούθηση και ενδεχομένως ταμοξιφαίνη, ενώ για τους υπόλοιπους τακτική παρακολούθηση.
Συνιστάται τακτική παρακολούθηση με μαστογραφία ετησίως και υπέρηχο ανά εξάμηνο με σκοπό τον έγκαιρο εντοπισμό περαιτέρω αλλαγών το συντομότερο δυνατόν.
Μερικές φορές ενδέχεται να χρειαστεί περαιτέρω απεικονιστικός έλεγχος, όπως μία μαγνητική μαστογραφία, αν έχετε άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως ένα βεβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό με καρκίνο του μαστού.
Αν έχει διαπιστωθεί ότι έχετε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού που οφείλεται σε σημαντικό οικογενειακό ιστορικό, μπορεί να χρειαστεί να συζητήσετε το ενδεχόμενο της αμφοτερόπλευρης (διπλής) μαστεκτομής μείωσης κινδύνου (Risk Reducing Bilateral Mastectomy), με ή χωρίς αποκατάσταση του μαστού.
Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η θεραπεία των γυναικών που έχουν λοβιακή νεοπλασία με ταμοξιφαίνη (ορμονική θεραπεία θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού) μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, κάθε δυνατό όφελος από τη λήψη ταμοξιφαίνης θα πρέπει να συνυπολογίζεται και με τους πιθανούς κινδύνους και τις παρενέργειες αυτής της θεραπείας.
Η ύπαρξη ακτινωτής ουλής στη μαστογραφία ή τον υπέρηχο απαιτεί διερεύνηση με ανώδυνη βιοψία (core biopsy) προκειμένου να αποκλειστεί η πιθανότητα ύπαρξης διηθητικού καρκίνου. Στη συνέχεια πραγματοποιείται μικρή επέμβαση χειρουργικής εξαίρεσης ολόκληρης της βλάβης.